- ακρισία
- ακρισιά η необдуманность, опрометчивость; безрассудство, легкомыслие
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
ἀκρισία — ἀκρισίᾱ , ἀκρισία want of distinctness and order fem nom/voc/acc dual ἀκρισίᾱ , ἀκρισία want of distinctness and order fem nom/voc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀκρισίᾳ — ἀκρισίαι , ἀκρισία want of distinctness and order fem nom/voc pl ἀκρισίᾱͅ , ἀκρισία want of distinctness and order fem dat sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ακρισία — η 1. η έλλειψη κρίσης, η ανοησία: Η ακρισία ήταν πάντα το κύριο γνώρισμά του. 2. άκριτη πράξη, ενέργεια: Αυτό που έκαμες ήταν μια ακρισία … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
ακρισία — η (Α ἀκρισία) (Ν και σιά) [ἄκριτος] διανοητική ανεπάρκεια, έλλειψη ορθής κρίσης, εσφαλμένη κρίση ή επιλογή, απερισκεψία αρχ. 1. έλλειψη τάξης, αταξία, σύγχυση 2. (για νόσο) το να μη φτάνει μια αρρώστια στο κρισιμότερο σημείο της … Dictionary of Greek
ἀκρισίας — ἀκρισίᾱς , ἀκρισία want of distinctness and order fem acc pl ἀκρισίᾱς , ἀκρισία want of distinctness and order fem gen sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀκρισίαι — ἀκρισία want of distinctness and order fem nom/voc pl ἀκρισίᾱͅ , ἀκρισία want of distinctness and order fem dat sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀκρισίαν — ἀκρισίᾱν , ἀκρισία want of distinctness and order fem acc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀκρισίη — ἀκρισία want of distinctness and order fem nom/voc sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀκρισίην — ἀκρισία want of distinctness and order fem acc sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀκρισίης — ἀκρισία want of distinctness and order fem gen sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀκρισίῃσι — ἀκρισία want of distinctness and order fem dat pl (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)